Χριστός ανέστη (και ανιστάμενος διατελεί)
Η «αυτοζωΐα» συνέτριψε τον Άδη και περιέχυσε με φως τα «κατώτατα της γης». Ησυχά και σιγαλά(Παλαμάς), καθώς και αψήφιστα για πολλούς. Άλλους, όμως, που «πράσσουν φαύλα και μισούν το φως», τους γέμισε ανησυχία.
Είναι η ώρα για κάποιες επισημάνσεις; (Καιρός για μία βαθιά ανάσα. 🙂 ) :
1)Η Πίστη στον Αναστημένο, όπως έχει επισημανθή ήδη από πολλούς, νομίζω και τον Γκεμερέυ, είναι κατ’εξοχήν αντιθρησκεία. Ίσως είναι και κατ’εξοχήν αντιφιλοσοφία. Διότι ο Πλάτωνας, πιθανώς ο μέγιστος φιλόσοφος όλων των εποχών, εν μέρει θεόπνευστος κατά τον Άγιο Σεραφείμ του Σάρωφ, «απεφθέγγετο», δηλαδή, ας πούμε, δογμάτιζε «Θεός ανθρώποις ου μείγνυται», όπως μας θυμίζει ο «μαΐστορας» της καταγραφής της μυστικής/θετικής/εμπειρικής «βυζαντινής φιλοσοφίας» Β.Τατάκης στο δοκίμιο του περί «πορείας του ανθρώπου»(Εκδόσεις των φίλων, 1999). Από την άλλη, ως Χριστιανοί «πιστεύουμε» βάσει και γεγονότων, υπαρξιακών/πνευματικών γεγονότων και ιστορικών γεγονότων, και γεγονότων πιστοποίησης της θεραπευτικής πορείας προς την κατά Χάριν Θέωση, όπως τα πολυποίκιλα («αγιοπνευματικά») χαρίσματα, όπως το ανώτατο της διάκρισης πνευμάτων, για τα οποία θα μιλήσουμε άλλη φορά.
2)Η Πίστη αυτή είναι γεγονός. Ο Χ. Γιανναράς στο βιβλίο του «Ενάντια στην θρησκεία» κάνει λόγο για «εκκλησιαστικό γεγονός» κάτι που αντιπαρατάσσει στο παθητικό, δηλαδή όχι από ηθική ελευθερία, (ατομιστικό) ορμέμφυτο της θρησκείας. Δεν είναι, άρα, διανοητική αποδοχή ή και σαγήνευση σε ιδεολογίες ή θρησκευτικές θεωρίες, γενικά σε θεωρίες. Πώς μπορούμε να καταλάβουμε, ότι είναι γεγονός; Ίσως θα εκπλήξη πολλούς, αλλά αρκεί να προσευχηθούμε, και βεβαίως δεν εννοώ στο Υπέρτατο Πνεύμα, τον Μέγα Αρχιτέκτονα του Σύμπαντος, την higher power (και άλλα βουβά και μουγγά είδωλα), για τον πλησίον συστηματικά και με πνευματικές προϋποθέσεις. Το πείραμα μας οδηγεί να δεχτούμε, ότι η πίστη είναι ακριβώς καρπός αυτού που ονομάζουμε Άγιο Πνεύμα, του Παράκλητου. Με άλλα λόγια, η φράση ουδεις δυναται ειπειν κυριον ιησουν ει μη εν πνευματι αγιω είναι συγκλονιστικά αληθινή.Όποιος έχει κάνη το πείραμα, σίγουρα αναγνωρίζει ό,τι εννοώ.

3)Η αθεϊστική θεωρία του ψυχολογισμού την οποία αναφέρει ο Ευδοκίμωφ κάπου(«Η πάλη με τον Θεόν», Πατριαρχικό ίδρυμα πατερικών μελετών, 1991) και αναφέρεται συχνά από ορισμένους(προφανώς αγνοούν υπέρμετρα πολλά ρεύματα στο χώρο της Δυτικής Ψυχολογίας) υλιστές «ψυχοθεραπευτές» που πέφτουν θύμα της απαιδευσίας και των επαγγελματικών τους σπουδών, τείνει να αντιμετωπίση τα αποτελέσματα της (αυθεντικής) Πίστης, οφείλω να πω τελείως αστόχαστα, εν αγνοία, και με την βιασύνη του πλανώμενου, ως αποτέλεσμα κάποιου «καλού λογισμού»(=»αυθυποβολή») που έχει γίνη αποδεκτός από τον άνθρωπο, ας το πούμε έτσι. Αλλά τα πράγματα δεν είναι καθόλου έτσι. Το αν θα δεχτή ο Θεός την προσευχή, κατ’αρχάς, δεν έχει να κάνη με το αν θεωρή κάποιος, ότι θα την κάνη δεκτή. Θα έλεγα, εμπνεόμενος από τον Νικόδημο Αγιορείτη, Όσιο και «Κολλυβά», ότι η προσευχή γίνεται δεκτή, όταν υπάρχη η τέλεια εμπιστοσύνη στον Θεό και η τέλεια απιστία στην αυτάρκεια των προσωπικών μας δυνάμεων, ειδάλλως, όπως έλεγε και ο διάσημος γέροντας Παΐσιος Αγιορείτης «η προσευχή(που γίνεται με «υπερηφάνεια») είναι μόνο για τον λογισμό μας».
4)Γίνεται πολύς λόγος για το θέμα της βιοχημείας των αισθημάτων και «αισθήσεων» του ανθρώπου, συνήθως από κάποιους άμοιρους παιδείας, διεπιστημονικότητας βιολόγους, που έτσι καταντούν πιστοί ενός βιολογισμού που θυμίζει αυτόν του Νίτσε. Αυτοί μας λένε, ότι το τάδε αίσθημα αντιστοιχεί σε ορισμένες ουσίες του εγκεφάλου που υποτίθεται, ότι έχουν εντοπιστή. Κάποιοι δημοσιογράφοι αναπαράγουν αυτά τα «ευρήματα» με βαρύγδουπους τίτλους. Νομίζουν οι επιπόλαιοι αυτοί, ότι, αν υποθέσουμε, ότι όλα τα αισθήματα του ανθρώπου έχουν υλική έκφραση, αυτό καθιστά τα αισθήματα παράγωγα του εγκεφάλου. Αν δεν απατώμεθα, πριν 16 αιώνες και πλέον, ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, στους λόγους του «Εις τους ανδριάντας» που γράφτηκαν απευθυνόμενοι στον αγρίως «στασιάσαντα» λαό της Αντιοχείας και «κρημνίσαντα» κυβερνητικά κτίρια, ανδριάντες της βασιλικής οικογένειας του Θεοδόσιου κτλ., αναφέρει ρητά, ότι όλες οι αισθήσεις οφείλονται στον «εγκέφαλο», που πάντως έχουμε ελάχιστες σαφείς γνώσεις περί της λειτουργίας του. Κάποιος άλλος αρχαίος δε, είχε διατυπώση το απόφθεγμα, ότι το σώμα είναι όργανο της ψυχής, η οποία είναι όργανο του Θεού. Μάλιστα, τελευταία είδαμε να γίνεται λόγος και για το λεγόμενο ανεπιτυχώς «θρησκευτικό συναίσθημα» και κάποιο σχετικό σημείο G, κάτι που αναφέρθηκε και από τινές συνιστολόγους μας. «Ομολογώντας» τις σκέψεις μου, αυτό το βρήκα ακόμη πιο κωμικοτραγικό και επιπόλαιο. Το «θρησκευτικό συναίσθημα» ως όρος, αν και το είδαμε παρακάτω στον Χέλντερ Καμάρα και τις ρήσεις του, δεν είναι… ένα κάποιο, απλό, ορισμένο συναίσθημα. Κατά βάσιν, όπως είπαμε ήδη, το Άγιο Πνεύμα, εμπειρικά και θεολογικά μιλώντας, εξαγιάζει τις αισθήσεις μας. Εξαγιάζει την χαρά, την λύπη, τον έρωτα, την αγάπη, τον θυμό, μεταστοιχειώνει τα αισθήματα του ανθρώπου και παράγει ένα άνθρωπο που θα τον αποκαλούσαμε από αγνώριστο και πέρα, αν υποθέσουμε, ότι θα ακολουθήση -έχει κάθε ελευθερία εκ Θεού, και πρέπει και εκ του ανθρώπινου νόμου, να μην το πράξη- την «θεραπευτική αγωγή» του «πνευματικού ιατρείου» που συνιστά η Εκκλησία κατά τους Πατέρες. Έτσι εξηγείται και η θέση του συγκαιρινού αγίου «στάρετς», γέροντα Πορφύριου του Καυσοκαλυβίτη, ότι αυτό που (εκ του πονηρού) οι «ψυχίατροι», ψυχολόγοι, «ψυχοθεραπευτές» κτλ. ονομάζουν (απλώς) ψυχικές ασθένειες, είναι στην πραγματικότητα «δαιμονικές ενέργειες»/επήρρειες που οφείλονται στις (μη-εξαγορευμένες) αμαρτίες και που θεραπεύονται με το λεγόμενο «θρησκευτικό συναίσθημα». Είναι προφανές, ότι εδώ ο λόγος είναι για αυτόν τον προαναφερόμενο εξαγιασμό των αισθήσεων και την μεταστοιχείωση των διαβλητών παθών(σε αδιάβλητα) και των αισθημάτων.

Ο αναστημένος Χριστός τείνει το χέρι στον προπάτορα...
Έτσι, θα έλεγα, ότι είναι μάταιο σε οντολογικό επίπεδο(επίπεδο αναζήτησης των πρώτων αρχών, πρώτου αιτίου) να επεκτείνουμε την ορθολογική μεταφυσική του υλιστικού βιολογισμού, αν και παρουσιάζει ένα κάποιο αμιγώς » επιστημονικό» ερευνητικό ενδιαφέρον. Η αθάνατη ψυχή του ανθρώπου, η ύπαρξη, και η «καρδιά» ως κέντρο της ύπαρξης και αυτοσυνειδησίας, δεν είναι δεμένη βίαια και αφύσικα με το σώμα, όπως υποστηρίζει η ορφική, πυθαγόρεια, πλατωνική και νεοπλατωνική παράδοση(σώμα=σήμα=τάφος κτλ.), αλλά είναι ο άνθρωπος φύσει ψυχοσωματική ενότητα και οντότητα, που έχει ψυχοσωματικές εκδηλώσεις. (συνεχίζεται…)