Ας συνεχίσουμε με τον σχολιασμό κάποιων δημοσιευμάτων των προηγουμένων ημερών που χρήζουν τούτου. Ειλικρινά, θεωρούμε, ότι θα έπρεπε να είναι πλήρους απασχολήσεως εργασία η διόρθωση των μαργαριταριών του νεοελλαδικού μας Τύπου… 🙂 Βεβαίως, κάτι τέτοιο είναι «ου+τόπος». Ούτως ή άλλως, περισσότεροι φαίνεται να εφελκύωνται από εκπομπές όπου φιλοξενούνται άσματα υπολανθάνουσας (παμπόνηρης) ιδεολογίας και στόχευσης τύπου «Πού είν’ο Wagner, πού είν’ ο Puccini».
3)Διαβάζουμε στο εξής άρθρο που δημοσιεύθηκε στην «Καθημερινή» , μεταξύ πολλών άλλων:
H Κάρεν Αρμστρονγκ δεν είναι τυχαία από τους εγκυρότερους αναλυτές σε θέματα θρησκείας. Ξεκίνησε ως μοναχή, για να εγκαταλείψει αρκετά χρόνια μετά το μοναστήρι και να συνεχίσει τις αναζητήσεις της σε ό, τι σπουδαιότερο προσέφερε η Δύση στον σύγχρονο πολιτισμό: στο πανεπιστήμιο.
Κατ’αρχάς, η Κάρεν Άρμστρονγκ, ευκόλως ανακαλύπτουμε, ότι υπήρξε κατόλικη μοναχή, ενώ κατόπιν απεσχηματίσθη. Σήμερα, παρεμπιπτόντως, εκφράζει ιδέες τυπικά πανθρησκειακές.
Το πανεπιστήμιο,τώρα, επί πλέον, είναι …προσφορά της Δύσης στον σύγχρονο πολιτισμό. Το πρώτο πανεπιστήμιο που είχε ποτέ η Δύση ήταν, αν δεν απατώμαι, τον 11ο αιώνα μ.Χ., και βεβαίως η φοίτηση σε αυτό ήταν περιορισμένη. Ιδού, λοιπόν, πώς φαίνεται και … η εθνική συνέχεια: αν πιστέψουμε τον Παυσάνια τον περιηγητή, γνώρισμα της ελληνικότητας και των Ελλήνων, είναι, ότι καταφρονούν τα οικεία, ενώ «τιθέασιν εν θαύματι τα αλλότρια».
Στην αρχαία Ελλάδα, εκτός από πολλές μορφές άτυπης τριτοβάθμιας εκπαίδευσης(σοφιστές, σωκρατική διδασκαλία), υπήρξαν πολλά ήδη πανεπιστήμια, σχολές. Άραγε, είναι …τυχαίο, ότι ονομάζουμε σήμερα τους πανεπιστημιακούς Ακαδημαϊκούς; Βεβαιότατα και ανάγεται η ονομασία αυτή στην Ακαδημία του Πλάτωνα. Εκτός από αυτήν, υπάρχει το Λύκειο, η σχολή των Πυθαγορείων κτο. με αυτά.
Στην Ρωμανία, που κατόπιν, όπως λέει και ο Βασίλιεφ, ονομάστηκε Βυζαντινή αυτοκρατορία, δεν υπήρχαν πανεπιστήμια; Μήπως δεν επηρέασαν από αρκετά έως ακραιφνώς τα Δυτικά πανεπιστήμια στο περιεχόμενο των σπουδών; Δεν υπήρχε το Πανδιδακτήριο της Κωνσταντινουπόλεως(4ος αι.); Δεν υπήρχε η Σχολή της Μαγναύρας; Πού, λοιπόν, εσπούδασαν οι Τρεις Ιεράρχες, άλλος μεν ως τα 26(Μ. Βασίλειος), άλλος δε ως λίγο προ των τριάκοντα(Γρηγόριος Θεολόγος); Δεν ήσαν επί πλέον, όλα αυτά ή πολλά, έστω, δωρεάν και κοσμικής εκπαίδευσης, όπως θα λέγαμε σήμερα(δηλαδή δεν υπήρχε καν κρατική σχολή θεολογική);
Παρακάτω, διαβάζουμε: «Ο χώρος του Μύθου κυριαρχείται από τη θρησκεία. Από την προσπάθεια του ανθρώπου να χωρέσει και να εξηγήσει την προσωρινότητά του σε ένα απρόσωπο και διαχρονικό σύμπαν. Ο χώρος του Λόγου κυριαρχείται από τη γνώση.»
Ακόμη ‘κατωτέρω’ δε:
«Στον Μύθο η αλήθεια είναι εξ αποκαλύψεως, ενώ αντίθετα στον Λόγο θα παραμένει σε εκκρεμότητα όσο οι αποδείξεις της διαρκώς αμφισβητούνται και ανατρέπονται.»
Τι βλέπουμε, λοιπόν; Ότι στον Μύθο, κατά την κα Άρμστρονγκ τουλάχιστον, έχουμε αμφότερα
α)Αποκάλυψη.
β)Ανθρώπινη προσπάθεια.
Αυτά τα δύο είναι, ως γνωστόν, τελείως ασυμβίβαστα. Αν έχουμε Αποκάλυψη, έχουμε κίνηση εξωανθρώπινου παράγοντα προς τον άνθρωπο. Αν έχουμε, από την άλλη, ανθρώπινη προσπάθεια, έχουμε… μία ανθρώπινη κίνηση προς τον Θεό -προφανώς.
Τώρα, μπορεί κάποιος να κάνη μία εκτεταμένη κριτική θεολογική στο θέμα της παγιότητας της θείας Αποκάλυψης. Η παγιότητα αυτή, η μη-προσπελάσιμη, μοιάζει με την άπαξ και δια παντός «αποκάλυψη» του προφήτη Μωχάμεντ, που ήταν απο ένα άγγελο που αργότερα τη βοηθεία της Ιουδαΐστριας συζύγου του Χαντίτζε, ονόμασε ως τον Γαβριήλ. Από την άλλη, στην Ορθοδοξία που στηρίζεται στην θετική εμπειρία και στην απόδειξη, τον καρπό του δένδρου (π.χ. αυτήν του Αγ. Σπυρίδωνα στην Α’ Οικ. Σύνοδο για την τριαδικότητα του Θεού) , έχουμε το «οι καθαροί τη καρδία τον Θεόν όψονται» (Επί του όρους ομιλία), με άλλα λόγια την κλίμακα που ξεκινάει απο την κάθαρση και φτάνει στην καθ’αυτή θέα του Θεού, στην θεοπτική εμπειρία. Αυτήν την κλίμακα μπορεί να την ανεβή ο καθένας, ο καθένας που καθαίρεται τη καρδία και που «παθαίνει τα θεία» και δεν τα μαθαίνει. Χρειάζονται παραδείγματα σύγχρονα και νεώτερα; Να μην πούμε τους πιο γνωστούς σε εμάς εδώ, αλλά ποιον να αναφέρουμε πρώτα; Τον Άγιο στάρετς Ανατόλιο της Όπτινα, τον γέρ. Ιάκωβο εν Ευβοία, τον Άγιο Σεραφείμ του Σάρωφ, τον γέροντα Εφραίμ τον Κατουνακιώτη, τον π. Ιουστίνο Πόποβιτς; Όλοι αυτοί, αλλά ό λ ο ι, είχαν «Αποκάλυψη«, ας πούμε, που θα μπορούσε να ξαναγράψη όλο το Ευαγγέλιο σε θεολογικό επίπεδο. Είναι αυτό που έλεγε και ο Χρυσόστομος: αν ήμασταν τόσο καθαροί όσο έπρεπε ή μπορούσαμε, δεν θα χρειαζόμασταν τα γραπτά.
Μεγάλα θέματα, βεβαίως, και έχουμε ξανασχοληθή με αυτά στο ιστολόγιο αυτό και εκτός…… Επί ματαίω; Ίσως, και ίσως όχι. Και ίσως το «συναμφότερον».