Η συμφωνία για την συμμετοχή μεσογειακής ναυτικής δύναμης του ΝΑΤΟ στα πλαίσια της συμφωνίας των Υπουργών Άμυνας του ΝΑΤΟ, απόντος του Υπ. Άμυνας της Τουρκίας, είναι μια συμφωνία που θα πρέπει να κριθεί και δεοντολογικά αλλά και τελεολογικά/συνεπειοκρατικά, δηλαδή σε ό,τι αφορά τα μέσα και τους επιδιωκόμενους σκοπούς. Ας αναφερθούμε πρώτα στο ΝΑΤΟ.
Το ΝΑΤΟ ως γνωστόν, δημιουργημένο σε χρονολογία που συνέπεσε με την λήξη του Ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου και νίκης των αστοχριστιανικών/ αστοπατριωτικών επί των σταλινομαρξιστικών δυνάμεων (1949), ξεκίνησε την ζωή του ως αμυντική συμμαχία των χωρών του «Ελεύθερου Κόσμου» ενώ συνδεόταν στενά με την νέα ηγέτιδα δύναμη αυτού μετά τον Β’ Π.Π.., που βέβαια ήταν οι Ηνωμένες Πολιτείες και είναι ακόμη ως σήμερα. Ειδικότερο ρόλο διαδραμάτιζε το περίφημο στρατιωτικοβιομηχανικό σύμπλεγμα που ήταν κατά ευρεία παραδοχή ιδιαίτερα ισχυρό. Μετά την πτώση των καθεστώτων του λεγόμενου «Υπαρκτού σοσιαλισμού»(1990), το ΝΑΤΟ εγκαινίασε μια νέα μορφή ύπαρξης με ρητώς αναπροσανατολισμένη λειτουργικότητα, η οποία προσδιορίστηκε ως αμυντικοπολιτική ή «στρατιωτικοπολιτική», ενώ του καταλογίστηκε ότι συνιστά τον μακρύ βραχίονα επιβολής αυτού που ο Αμερικανός συντηρητικός Πρόεδρος Τζορτζ Μπους ο πρεσβύτερος είχε ονομάσει σε επίσημη δημόσια ομιλία του ως «Νέα Παγκόσμια Τάξη». Η Ελλάδα, μετά από μια σύντομη έξοδο από το στρατιωτικό του σκέλος από τον συντηρητικό πρωθυπουργό Κων/νο Καραμανλή τον Ιούλιο του 1974, οπότε και τα αντιαμερικανικά και αντινατοϊκά αισθήματα ήταν εξαιρετικά εκτεταμένα και ισχυρά στο κοινωνικό σώμα, υπήρξε εξ αρχής της ίδρυσής του σχεδόν, δηλαδή το έτος 1952, μέλος του ΝΑΤΟ. Το ίδιο ισχύει άλλωστε και με την Τουρκία, η οποία έγινε δεκτή κατά τον ίδιο χρόνο στους κόλπους του. Η συμμετοχή της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ είναι σε γενικές γραμμές και προφανώς σύμφυτη με τον ευρύτερο γεωπολιτικό/γεωστρατηγικό προσανατολισμό της χώρας, δηλαδή το «ανήκειν εις την Δύση», τον οποίο –πλην των συνειδητοποιημένων Χριστιανών- αμφισβητούν στην βάση του ελάχιστες δυνάμεις οι οποίες ανήκουν κατά κύριο λόγο στην λεγόμενη κομμουνιστική ή κομμουνιστογενή ή αντικαπιταλιστική αριστερά. Αυτός άλλωστε ο στόχος, σε κανονικές συνθήκες, δεν είναι κάτι που θα μπορούσε να επιτευχθεί παρά στα πλαίσια ενός καθολικού, δηλαδή επαναστατικού κοινωνικοπολιτικού μετασχηματισμού, ο οποίος με την σειρά του προϋποθέτει, όπως και οι μαρξιστές θα παραδέχονταν, το αντίστοιχο επίπεδο συνειδητοποίησης και στιβαρής θέλησης από μέρους του λαού και του έθνους μας.
Συνολικότερα, όμως, οι συνειδητοποιημένοι Χριστιανοί αλλά και άλλοι σοβαροί άνθρωποι προέκριναν την μη-ένταξη είτε στο «δυτικό μπλοκ» είτε στο «ανατολικό μπλοκ», εφόσον το μεν διακρινόταν για τις ιμπεριαλιστικές του βλέψεις, ενώ το δε δεν απείχε από «σοσιαλιμπεριαλιστικές» βλέψεις, κάτι που εκπληκτικά σύμφωνα με τον παπά-Ανυπόμονο είχε εκφράσει κάποτε και ο πρωτοκαπετάνιος Άρης Βελουχιώτης αναφερόμενος σε σοβιετική στρατιωτική «παρέμβαση»: «όλα τα γουρούνια την ίδια μούρη έχουν». Συμπερασματικά, για όσο διάστημα η Ελληνική Δημοκρατία θα είναι μέρος αυτού του δυτικού συνασπισμού κρατών, η συμμετοχή της στο ΝΑΤΟ, είτε σε πιο συγκρατημένο είτε σε πιο «τολμηρό» βαθμό, είναι δεδομένη, με το ζητούμενο για αυτή την φάση να μην μπορεί να βρίσκεται αλλού από την κατά το δυνατόν περισσότερο «ενάρετη» και επωφελή -για τους αδυνάτους και την ίδια- συμμετοχή της. Αν θέλει κανείς λοιπόν, σε δεύτερο βαθμό πλέον, σε περισσότερο ρεαλιστικό και βραχυπρόθεσμο υπόβαθρο, να προβεί και σε μια γόνιμη και εποικοδομητική κριτική θεώρηση του υπάρχοντος, πρέπει να λάβει ως δεδομένα καταρχάς την ένταξη στο ΝΑΤΟ και τις τρέχουσες εναλλακτικές επιλογές για την επίλυση του προσφυγικού(ελληνική/τουρκική ακτοφυλακή, FRONTEX, ελεύθερη διέλευση).
Μεταφερόμενοι τώρα λοιπόν στην συγκεκριμένη συμφωνία της 10ης-11ης Φεβρουαρίου μεταξύ των Υπουργών Άμυνας των χωρών του ΝΑΤΟ για συμμετοχή της Μόνιμης Ναυτικής Δύναμης Μεσογείου SNMG 2, φαίνεται πως καταρχάς υπήρξε μια συμφωνία υπαγορευμένη από τον ιδιαίτερα επείγοντα χαρακτήρα της διαχείρισης τεράστιων προσφυγικών ροών που κατευθύνονται προς την Ε.Ε. συν καταστάσεις όπως αυτή της αυστριακής κυβέρνησης, η οποία πιέζεται από τον σχετικά μεγάλο αριθμό ήδη εγκατεστημένων προσφύγων(100 χιλ.) αφενός και αφετέρου από την άνοδο εθνοφυλετιστικών κινημάτων. Ένα δεύτερο σημείο αφορά την λεγόμενη «ανθρωπιστική» πλευρά. Εδώ η δικλείδα ασφαλείας συνίσταται στην δυνατότητα της ελληνικής πλευράς να μην προχωρήσει σε επαναπροώθηση πλοίων προσφύγων ή δουλεμπορικών, αν το κρίνει σκόπιμο, σύμφωνα με την συνθήκη της Γενεύης του 1951, καθώς και την επιπρόσθετη διάκριση ως προς τους Σύρους πρόσφυγες. Τρίτο σημείο είναι το ζήτημα των εθνικών/κρατικών μας κυριαρχικών δικαιωμάτων. Τα δικαιώματα αυτά, παρά το ότι η Τουρκία εκδήλωσε κάποιες προτάσεις αναθεώρησης προ ημερών που όμως δεν έγιναν δεκτές, φαίνεται ότι, σε ό,τι αφορά πάντοτε τις διμερείς σχέσεις, ρυθμίζονται σχετικά ικανοποιητικά, εφόσον η δράση των νατοϊκών πλοίων αφορά μόνο μια στενή ναυτική ζώνη συνοριακή πέραν των ελληνικών νησιών με κάθε άλλο πλου να απαιτεί άδεια εκ μέρους της κάθε πλευράς° παράλληλα, ως θετικό κρίνεται ότι δεν έγιναν αποδεκτές οι τουρκικές προτάσεις που αφορούσαν εν μέρει πάγιες διεκδικήσεις της τουρκικής πλευράς, όπως ο αποστρατιωτικοποιημένος χαρακτήρας των Δωδεκανήσων, η μεταφορά του ορίου των επιχειρήσεων στον 25ο Μεσηβρινό κ.ά. όμοιοι παραλογισμοί.
Το δεύτερο σκέλος αφορά, όπως αναφέρθηκε αρχικά, τα αναμενόμενα και μέχρι τούδε αποτελέσματα. Προφανώς μιλούμε για μια μεταβατική κατάσταση, η οποία μέλλεται να ξεκαθαριστεί συν τω χρόνω. Οι προσφυγικές ροές δείχνουν να έχουν ελαττωθεί αρκετά μέσα στον μήνα Φεβρουάριο, σε σημείο που την πρώτη μέρα μετά την σύναψη και πρώτη μέρα εφαρμογής της συμφωνίας αυτής φαίνεται ότι εκμηδενίστηκαν, βάσει και των στοιχείων της Υπηρεσίας Προσφύγων των Ηνωμένων Εθνών. Η Τουρκία αναμφίβολα οφείλει, έχοντας λάβει ήδη 3,3 δισεκ. ευρώ για αυτόν τον σκοπό, να περιθάλψει ένα μεγάλο αριθμό προσφύγων, αντί να συμβάλει στην προώθηση όλων των τεράστιων μαζών τους στην Ε.Ε.. Αυτό είναι κάτι που απηχείται στην συμφωνία της 03/03 μεταξύ του προέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Ντόναλντ Τουσκ και του πρωθυπουργού της Τουρκίας Νταβούτογλου για επανεισδοχή όλων των μη-Σύρων προσφύγων. Για αυτό πιθανότατα δεν επιθυμούσε την εν λόγω συμφωνία και, αν και την έκανε τελικώς δεκτή, δρομολόγησε προσπάθειες, ανεπιτυχείς ως αυτήν την στιγμή, να την υποσκάψει εν τη πράξει επιβάλλοντας de facto τους δικούς της όρους. Όμως το ότι οφείλει από δεοντολογικής και άποψης διεθνικής δικαιοσύνης να πράξει το παραπάνω δεν σημαίνει ότι θα το πράξει ή θα το πράξει με «ανθρωπιστικούς όρους». Χρειάζεται λοιπόν πέραν των άλλων μια αρκετά στενή, εφόσον πρόκειται για χώρα με συστηματικές παραβιάσεις βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, επιτήρηση ως προς το έργο που γίνεται σε αυτόν τον τομέα. Για αυτό το έργο πρέπει να ενεργοποιηθούν οι κατάλληλοι οργανισμοί, όπως η Υπηρεσία Προσφύγων του ΟΗΕ(UNHCR).
Σε αυτή την συνάφεια, είναι αξιοσημείωτο ότι η Τουρκία έχει βρεθεί σε κατάσταση ήπιας ρήξης με πολλές από τις χώρες και συνασπισμούς κρατών, ειδικά από την στιγμή που βρέθηκε de facto σύμμαχος του ISIS και πρωτογενής, θανάσιμος αντίπαλος του προέδρου Άσαντ. Τελευταίως αναζητούσε προσχήματα ώστε να εισβάλει μάλιστα και στην Βόρεια Συρία, κάτι που πιθανώς θα προκαλούσε μια μετωπική πλέον ρωσοτουρκική σύγκρουση, με άγνωστα παρεπόμενα. Επομένως, αν και ενδεχομένως «υποχρεώθηκε» σε μια παρόμοια συμφωνία μεταξύ Τουρκίας-ΕΕ προς «επίδειξη καλής θέλησης» και λόγω του επείγοντα χαρακτήρα του προβλήματος (αν ισχύει, επιπλέον, και ο ισχυρισμός του Έλληνα ΥΠΕΘΑ ότι όλες οι σχετικές ελληνικές προτάσεις έγιναν δεκτές) ο τρόπος τήρησής της και πιθανές παρεκκλίσεις και προκλήσεις φαίνεται δυστυχώς ότι εκ των πραγμάτων διόλου μπορούν να αποκλειστούν.
Συνοψίζοντας, η παρουσία του ΝΑΤΟ δεν μπορεί να είναι γενικώς η επιθυμητή λύση, εφόσον ασφαλώς δεν είναι ο κατεξοχήν αρμόδιος. Κρίνοντας όμως δευτερογενώς την κατάσταση, η εν λόγω συμφωνία μπορεί εντέλει να αποβεί θετική, με απαραίτητη όμως προϋπόθεση την τήρηση κάποιων συνθηκών: πρώτον και «ιδιαίτατα» των ανθρωπιστικών όρων συμπεριφοράς προς τους πρόσφυγες, δεύτερον της δίκαιης κατανομής τους μέσα στις χώρες του ΝΑΤΟ, τρίτον της τήρησης των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων και εν τη πράξει.
Ετικέτες: Frontex, προσφυγικές ροές, φιλανθρωπία, φιλοξενία, Ύπατη Αρμοστεία ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, Εθνική ανεξαρτησία, ΝΑΤΟ, Προσφυγικό, Συρία, Τουρκία, ανθρωπιστικοί όροι, γκρίζες ζώνες, εφημερίδα "Χριστιανική", εθνικά κυριαρχικά δικαιώματα, ιμπεριαλιστικοί μηχανισμοί, UNHCR
Σχολιάστε